Σελίδες

Μια μέρα


Δυο ώρες ύπνος στα πεταχτά ,τις πιο σκοτεινές ώρες.Καφές ζεστός μα χωρίς γεύση κι ύστερα δουλειές,πιάτα, πλύσιμο αυλής.Η νύστα έφυγε απ'το κούτελο.Το κλειδί στην πόρτα.Έφτασε στην ώρα του το Έλυρος ή το Λατώ ήταν;Δεν ξέρω.Δυο άνθρωποι με βαλίτσες.Αγαπημένοι άνθρωποι.Τους χαιρετάω, χαιρετάει κι ο σκύλος.Φεύγουν ξανά για μικρό ταξίδι μα πιο δύσκολο.Μένω σπίτι,ντύνω τα παιδάκια,πίνουν γάλα,πάντα τους ξεφεύγει παραπάνω κουταλιά νέσκουικ,φεύγουμε για το σχολείο.Γυρνάω σπίτι.Ανησυχία.Πάιρνω τηλέφωνα-"η κλήση σας προωθείται" .Με παίρνουν πίσω.Μου λένε τα νέα με μια περίεργη λέξη:ποζιτρονικη τομογραφια. Έρχεσαι κι εσύ.Λίγο κοιμάμαι.Εσύ πιο πολύ το 'χεις ανάγκη.Σηκώνομαι.Φακές για οχτώ άτομα να ετοιμάσω.Τις είχα από το βράδυ στο νερό,να φουσκώσουν.Ο σκύλος ανόρεχτος,μα πως να μην είναι ,δεν τον έβγαλα έξω από το πρωί.Τρεισίμιση να πάρω τα παιδιά απ΄το σχολείο.Η μέρα δεν τελειώνει.Μόνο σέρνεται και μαζί με κείνη κι εγώ.Κι η μύτη μου ακόμα τρέχει κι ο βήχας πιο τραχύς τώρα.Μιλάω με τους γονείς μου.Να μη στενοχωριόμαστε λένε.Σε ξυπνάω,πήγε τρεις πια.Οι φακές σιγόβρασαν,είχαν επιτυχία.Τρώμε,σηκωνόμαστε,πας για το καθιερωμένο τσιγάρο.Κόψτο το ρημάδι.Με αγκαλιάζεις ,μου λες να αγαπιόμαστε πιο πολύ τώρα.Έτσι ενωμένοι.και τώρα πιο πολύ μας είναι απαραίτητο.Σου λέω να κόψουμε ένα ρόδι.Είπε η μαμά σου να μην τα κόψω όλα μαζί ,να μη χαλάνε.Ρόδι.Φέρνει γούρι.Μακάρι.