Έχει καμιά βδομάδα που έφυγε ο Χορχίτο.Ο σταθμός ήταν χακί και πυκνοκατοικημένος. Κοντοκουρεμένοι με άψογες φαβορίτες και ξυρισμένοι κόντρα,όλοι τους.Κι εκείνος, ο φίλος μας έλαμπε μέσα στη στολή και το στραβοφορεμένο μπερέ του.Είναι η πρώτη φορά μετά από καιρό που κάποιος δικός μας πάει φαντάρος και τόσο μακρυά μάλιστα.Και όλες οι στιγμές εκεί είχαν μια τελετουργία μέσα τους,μια προσμονή, μια λύπη,ένα βάρος,μια σημασία ειδική.
Στρατός,φαντάρος, εγκλεισμός,συγκίνηση,κλάμματα, γέλια και κλάμματα, άγχος,τσιγάρα πολλά,πιο πολλά,τελευταίος καφές απ΄το γρηγόρη,η τελευταία φωτογραφια με την αντανάκλαση του σοβαρού προσώπου μέσα απ΄το τζάμι του βαγονιού.Όλα σημαντικά,ιδιαίτερα.
Τηλέφωνα με την Τιτίνα και ζεστασιά,πλάκες ,στενοχώρια λιγότερη τώρα πια,σχέδια για επισκέψεις εκεί ψηλά.Θα ήθελα να πάμε κι εμείς.Μόνο να μπορέσω.που δεν.Μα θα το 'θελα.Προς το παρόν μου λείπει το κουδούνι που σηματοδοτεί τον ερχομό του, το γάβγισμα του κουταβιού και η χαρά του όταν τον έβλεπε,τα γκολ και το TK σας,τα ψευτομαλώματά του και η τόσο ξεχωριστή σας διάλεκτος.Όλα αυτά είναι κοντά όσο και μακρυά και μέχρι να τα σκεφτώ όλα θα έχει ξεπροβάλλει κι ο μάης.Και θα' ναι πάλι εδώ.Πιο μεγάλος,μα ίδιος,αγαπημένος.