Σελίδες

Στην Πορτογαλία ένας Ζοάο αναβόσβησε το φως που υπήρχε μέσα στο καπέλο του βιτρό που κρεμόταν πάνω από το στρογγυλό τραπέζι όπου έτρωγε εκείνος και η σενιορίτα που τύγχανε αγαπημένη φίλη μου μια φορά κι έναν καιρό και φτιάχναμε μαζί βιτρό καθρέφτη με γυαλάκια μικρά χρωματιστά ενώ το σπίτι μύριζε νόστιμο και ήταν φορτωμένο προσδοκίες μα κυρίως μοναξιά εκείνη την εποχή που εγώ δεν μπορούσα να διώξω ή να παρηγορήσω τη φίλη μου ευτυχώς όλα αυτά άλλαξαν μα δεν ήμουν εκεί για να τα ζήσω αφού η απόσταση επήλθε σαν σπαθί να μας κόψει στα δύο ήμουν το λιονταράκι της κι εκείνη η αδερφή που απόκτησα μέσα σε ένα βράδυ αν τώρα ήταν δίπλα μου θα της έλεγα πως το πιο μαλακό στρώμα το πιο ξεκούραστο κι αφράτο είναι τα μάγουλα της κόρης μου κι αν θέλει να έρθει να ξεκουραστεί από το βάσανο και την αγωνία που μεγάλωνε ανάμεσα στα φρύδια της δεν είναι εδώ πια δεν είμαστε φίλες αφού το αδιανόητο έγινε κατανοητό και οριστικό σαν τέλος σαν τάφος ο δικός της τάφος που δεν έχω ακόμα επισκεφτεί ενώ έχω τις συντεταγμένες και δεν το έχω κάνει συνειδητά επειδή θέλω να πιστεύω πως απλώς ζει κάπου στο εξωτερικό και πια δεν μιλάμε δεν μιλάμε με τη φίλη μου που υπήρξε για χρόνια αδερφή μου και θα ήθελα μαζί με τις φωτογραφίες να είχα μια τούφα από τα χάλκινα μαλλιά της καθώς και να στόλιζα το δάχτυλό μου με το βαρύ της δαχτυλίδι υπενθυμιση·