Σελίδες

#καταχώρηση 90

Η μαμά έχει πείσει τον εαυτό της πως έχει κουραστεί. Γνωρίζω πως δεν θα βρω τις σωστές λέξεις για να της εξηγήσω πως η ψυχική κούραση προηγείται της σωματικής. Με τα χρόνια το στομάχι της έχει αποκτήσει ατσάλινο περίβλημα κι έτσι χωνεύει τα πάντα και νομίζει πως έπειτα τα αποβάλει χωρίς περαιτέρω συνέπειες. Μα δεν είναι έτσι, δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα. Χρονικά το στομάχι λειτουργεί σαν συσσωρευτής, σαν μια χοάνη που γεμίζει, μόνο γεμίζει κι εκείνη, η μαμά, βρίσκεται στην οπή του ανοίγματος την πιο στενή· όλο το βάρος που σηκώνει είναι τόσο δύσκολο. Εκείνη νομίζει πως σηκώνει πούπουλα. Ο τόνος της φωνή μαρτυράει άλλα. Όπως και οι κινήσεις των χεριών και του κεφαλιού της.
Πήρε τώρα να μεγαλώνει δύο μωρά, έναν σκύλο κι έναν γάτο. Τα ταϊζει, τα φροντίζει και τα χαϊδεύει υπέρ του δέοντος. Που και που θα τους φωνάξει για τις γνωστές αταξίες των κουταβιών ή για να μάθουν να κάνουν εκεί που πρέπει την ανάγκη τους. Μα είναι, συνολικά, τόσο τρυφερή μαζί τους που πιάνω τον εαυτό μου να ζηλεύει. Δε θέλω να προχωρήσω στην ανάλυση αυτού του πρωτόγονου συναισθήματός, που σπάνια με κατατρώει.
Νιώθω πως η ζωή πήρε να απομαγεύεται και αυτό στ'αλήθεια είναι βαρύ, αφού μέσα στη ζωή μου που την είχα κεντήσει με έναν δικό μου τρόπο, αρχίζουν και παρεισφρύουν σκέψεις σαν σκουλήκια και οράματα διόλου φωτεινά.
Να, ας πούμε για όλα αυτά δεν μπορώ να μιλήσω με τη μαμά , αφού οι σκέψεις μου είναι τόσο ζοφερές κι εκείνη ξέρει να περιστρέφει την κουβέντα τόσο βολικά σε χνουδωτές υπάρξεις ή ακόμα- ακόμα φυτά που μεγαλώνουν βατόμουρα.