Σελίδες

Τελευταία έξοδος

Όταν βγήκα από εκεί
ήμουν αβαρής και κάτωχρη
μαζί με την ανάμνηση είχα
να σηκώσω και την κανονική καθημερινότητα

Ο ήλιος ήταν πάντα εκεί
που έπρεπε
Το παιδί γελούσε και μου
ζητούσε να γελάω
Εσύ περίμενες κι άλλος
κανείς δεν περίμενε γιατί
δεν γνώριζε

Το σκοτάδι με βρίσκει
με μια τεκίλα στο χέρι
Με ένα τσιγάρο από αυτά
που έκοψα πρόωρα,
βοηθοί της ψυχικής τόνωσης
μαζί με την παρέα που αναζητώ
μα είναι πλέον μόνο φανταστική

Δεν ξέρω ποια απόφαση πάρθηκε
κι αν ήταν σωστή ή απλώς κυβεία
η έξοδος μου στη ζωή·
τα λουλούδια, τα κύματα
το λιβυκό και η άμμος
μπαίνουν αλλιώς μέσα μου και

Αλλιώς μένουν στο θυμικό μου
αφού
ξαναγεννήθηκα με τόσο κόπο,

                        μετά
                         την
                       πτώση.