Σελίδες

#καταχώρηση 38

Ήταν τότε, στο μικρό μας σπίτι, λίγο καιρό πριν το γάμο που ετοιμάζαμε. Εσύ δούλευες, όμως όχι τα τρελά σου τωρινά ωράρια κι έτσι μοιραζόμασταν περισσότερες ώρες κοντά. Εγώ ήμουν κυρίως απασχολημένη με τη φωτογραφία και τα γαμήλια διαδικαστικά, αφού θυμάμαι πως μέχρι και στο ειδικό ληξιαρχείο έπρεπε να τρέξω για να αλλαχθεί στο πιστοποιητικό γέννησής μου το φύλο, καθώς με είχαν εγγράψει αγόρι. Πολύ ζεστός και γλυκός, λοιπόν, ήταν εκείνος ο Ιούνιος και ο έρωτας μας.
Είχαμε έξυπνες ιδέες, όπως το να κάνουμε ένα παιδί μαζί. Ξυπνήσαμε κάποιο πρωί που τα φιλιά δίνονταν χωρίς εκπτώσεις, χωρίς λόγια, οι πράξεις ήταν μόνο αγκάλιασμα και εισχώρηση. Είχε τόση διάρκεια και ένταση το φαινόμενο, τόσες μέρες, που θα το χαρακτήριζα καιρικό, αν δεν ήταν ξεκάθαρα αγάπη.
Εκείνον τον Ιούνιο, λοιπόν, θα έφερα και κάποιο άλλο πλάσμα μέσα μου-κυριολεκτικά-αφού είχε αρχίσει να αποκτά υλική υπόσταση, για πρώτη φορά στη ζωή μου.Θυμάμαι που η άγνοιά ήταν τέτοια ώστε όλες τις καούρες, την μονοφαγία και το πρήξιμο που ένιωθα τα απέδιδα στο άγχος και το πολύ περπάτημα - όλα για τις προετοιμασιές. Σχεδόν ένα δεκαήμερο του Ιουλίου που ακολουθούσε θα έτρωγα παξιμάδι με ντομάτα για μεσημεριανό και θα καθάριζα το σπίτι διαρκώς. Βίδωνα λάμπες, έβαφα τον τοίχο στο υπνοδωμάτιό μας, τα κάγκελα στην αυλή, δημιουργούσα παρτέρια, φύτευα λουλούδια σε αυτά, έκανα μια αυλή κάπως παραμυθένια κι όντως, όντως ήταν έτσι.
Μόνο τέσσερις μέρες μετά το γάμο, συναντώντας ένα φιλικό ζευγάρι που περίμενε παιδί, μου δημιουργήθηκε η επιθυμία να κάνω το τεστ. Το πήρα διπλό από το φαρμακείο μαζί με κάτι αφρόλουτρα με άρωμα δαμάσκηνο που δεν χρησιμοποίησα, αφού λόγω της ναυτίας που ένιωθα, δεν μπόρεσα καν να μυρίσω πριν τα αρπάξω από το ράφι κι όμως όφειλα να τα αγοράσω γιατί μου το είχε υποδείξει ο ψυχαναγκασμός μου.
Λοιπόν, ήρθα σπίτι, δεν σου είπα τίποτα, ήταν Τετάρτη, είχες άδεια, μπήκα στην τουαλέτα, έκανα και τα δύο τεστ, βγήκα. Σίγουρη πια, πως δεν μπορώ από την τόση υπερένταση να σου το πω, έρχομαι μπροστά σου με τα χέρια πίσω από την πλάτη μου, έχοντας την πιο αλλόκοτα χαμογελαστή έκφραση που θα μπορούσα· κατάλαβες, άγνωστο πως, ή μάλλον γνωστό (ο κοινός μας νους) και με έσφιξες σε μια ζεστή αγκαλιά κι έπειτα κάναμε ησυχία.
Ησυχία καθώς μόλις είχε ξεκινήσει η μεταμόρφωσή μας σε κάτι πέρα από τους εαυτούς που υπήρξαμε.