Σελίδες

Και τώρα που ήπια,λιγάκι μόνο,ίσα να ευθυμήσω-να με θυμηθώ πως είμαι κι έτσι.Τώρα, δεν έχω τίποτα να πω.Άξιο λόγου,τίποτα.Ένα στρογγυλό καλογυαλισμένο τίποτα, με φιόγκους στα πόδια.Με καταπίνει και με φτύνει κάθε τόσο.Ταμάχι μεγάλο ,σας λέω.Μου πες εσύ,πως οι άνθρωποι όταν πίνουν λύνονται και φαίνεται ο αληθινός τους εαυτός.Φοβήθηκα.Μην πιω κι άλλο.Δε θα έβρισκες τίποτα στη θέση μου.Δεν ανήκω εδώ.Και πουθενά.Όσο κι αν με συγκινούν φιλιά στα χέρια και στο κέντρο του μετώπου.Βρίσκουν στόχο αυτά.Μα δεν είμαι από δω για να.Το να πόδι πατά στο χώμα και τ'αλλο στο νερό.Δεν ξέρω ποιο από τα δυό βουλιάζει περισσότερο.Αλλά εγώ δεν είμαι απο δώ για να.
Τι στο διάλο θέλω να πω εκτός από το ό,τι η ζωή είναι μίζερη.Τόσο που σε κάνει να θέλει να της στήνεις δράματα.Χοροδράματα,ηχοδράματα.Του θεού τα δράματα.Να προκαλούν κλάματα.Που θα φτάνουν για μια μέρα ,δυο.Σε δουλειά να βρισκόμαστε.Να ΄χουμε να λέμε και να κλαίμε.Για χαμούς κι ευκαιρίες στραπατσαρισμένες.Στην οδό Λήθης ή όπου.Κι ό,τι ήθελα να πω, δεν υπάρχει εδώ.Μόνο μέσα στα πνευμόνια μου φωλιάζει σαν ανάσα που ποτέ δε θα χορέψει.