Σελίδες

μάζεψ'τα

Οι επιστροφές.Πάντα θλιμμένες,θλιβερές,αργόσυρτες,με κρύο,κρύα προσμονή,αέρηδες και κλάμματα.κεφάλια κουρασμένα,πατώματα για ύπνο-τί ύπνο-,άδειασμα,συζητήσεις φιλοσοφικές ανάμεσα σε σουτζουκάκια και κοκκινιστά γιουβαρλάκια.Κι ο θάνατος πάντα πιο κει, να τρώει από μας,λίγο-λίγο,να θυμόμαστε, να τους θυμόμαστε όσους φεύγουν και να φτιάχνουμε επικήδειους γι'αυτούς.Κι έπειτα να συνεχίζουμε εμείς που μένουμε,να ερωτευόμαστε,να'μαστε σώοι για όσο,τρωτοί,καθημερινοί,μανιακοί,αδύναμοι,δυνατοί,άνθρωποι.Να ψάχνω να βρω αυτό που θα με συναρπάσει,για να στο πω.Για να σε συναρπάσει.Κι όλο το παιχνίδι να παίζεται γύρω απ'αυτό: το κάτι που θα μας τσιγκλίσει."Το ταξίδι στην άκρη της νύχτας", μπορεί,ναι, σίγουρα.Συμφωνήσαμε.
Κι ύστερα ένα κουρασμένο τέταρτο και μια μισή ώρα σπιντάτη με οδηγό άπλυτο,πιωμένο,παρατημένο-έτσι υποθέτω.Σιγουρεύομαι με τα τραγούδια του.Είναι λυμένος, τελείως ,κι αυτό μ'αρέσει. Που δεν τον νοιάζει να τραγουδίσει δυνατά αυτά τα σκυλάδικα, 5μιση το πρωί σε μια κούρσα ρουτίνας διασχίζοντας την Θηβών.Διαβάζω επιγραφές, ΠΡΟΦΙΣΩΛ κι φρέσκα ψάρια Καρύστου,προφιτερόλ και μπουγάτσα ο Σάββας-πάντα αυτός είναι-ο ειδήμων,φτιάχνει τις καλύτερες.Θέλω.Ψάρια μπαρμπούνια σαν αυτά που φάγαμε στο χωριό.Όλη εκείνη την ατμόσφαιρα θέλω.Κι όχι το ασημοστόλιστο έντεκα που ρχεται φορτσάτο να μας τρίψει άλλη μια χούφτα ελπίδες κι εορτασμούς στη μούρη.
Ακόμη δεν ήρθαμε και μας έπιασε ο εγωισμός απ'τη μύτη.πάλι καλά φάγαμε ελιές σοκολατένιες για μεσημερινό κι εσύ τώρα κοιμάσαι και κάπως έχουν γλυκάνει τα πράγματα.Το βράδυ να ντυθούμε στα γκρι για τον εορτασμό.Πόσο δε μ'αρέσει.Ταινία και ποπ κορν.Τον μαύρο κύκνο θέλω απόψε μα δεν προβάλλεται ακόμα.Κι έτσι θα κάνουμε τα καθιερωμένα.Και γλεντια και γέλια και φτιασιδώματα κι όλα αυτά για να διώξουμε το παλιό και να αγκαλιάσουμε το καινούριο.oh là là.Έρχεται.