Σελίδες

αντίστιξη

Σε υγρά πεινασμένα σωθικά που γεμίζουν καπνούς και αναφιλητά,
θυμάμαι, να θες να τρυπώσεις
-μισερό πλάσμα όταν ήσουν-
με ήχους στα αυτιά από καινούρια ακούσματα
και γραμμένα τσιτάτα που μόνο να αποστηθίσεις μπορούσες
- γιατί η κατανοήση είναι δύσκολο πράγμα.
Μα τώρα μεγάλωσες.
Άλλαξες, τράχυνε το βλέμμα σου και σκλήρυνε η γλώσσα.
Μόνο στο θώρακα σου μέσα εγκλωβισμένη στέκει αυτή η καρδιά.
Θα κουβαλάς ίσως σε κάτι χρόνια καινούρια ζωή στα σπλάχνα
και με τρυφεράδα πολλή, λες, θα την μεγαλώσεις.
Και πάλι αλλάζεις σκέψεις όπως αλλάζεις κατευθύνσεις
όπως αλλάζεις μάτια και αγγίγματα και τόνο στη φωνή σου.
Γυναίκα νιώθεις, πια.

Και θέλεις να γίνεις σπουδαία  και να αγαπηθείς όσο καμιά.
Και πάλι πέφτεις στα όνειρα.
Γίνεσαι παιδί που κουρνιάζει σε πάχνη
γιατί όσο φόρο κι αν πληρώνεις στο ρεαλισμό,
τα όνειρα πάντα θα σου επιστρέφονται.
Άθικτα.